Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

αλλου εσυ αλλου αυτος

Ετσι που βαδιζε στην παραλια

Την ειδε να καθεται πανω στην αμμο

Πλησιασε και ακουσε να τραγουδαει ενα τραγουδι για καποιον που εχασε για παντα

Καθησε διπλα της και αρχισε να της μιλαει, να της λεει ,να της λεει

Εκεινη τον ακουγε

Αλλα μετα συνεχισε να τραγουδαει τι ιδιο λυπημενο τραγουδι

Κι ουτε που τον ακουσε να φευγει

Τραγουδωντας ενα τραγουδι αποχωρισμου

υπερποντια ταξιδια

Οταν εθαψες και τα τελευταια χειροκροτηματα του φωτος
που σ’ ειχα προσφερει

Καταλαβα

Γιατι καθε χρονο μπαρκαρουν τοσοι νεοι σε καραβια με ονοματα μελαγχολικα
για υπερποντια ταξιδια.

τα παλια παιχνιδια μας

Καθε μερα που περναει
Ολο και πιο ανησυχα γινονται
Καθε μερα που περναει
Ολο και μεγαλωνει η ελπιδα
Των παιδικων σου παιχνιδιων
Να βγουν απο την μουχλιασμενη αποθηκη
Και να κυλιστουν μαζι σου στους δρομους

Μεσα σ’ ενα στροβιλο απωλειας ελεγχου

δεσμιοι

Δεσμιοι

Παραλογων στασεων
Ανισων καταστασεων
Παρεξηγημενων υποστασεων
Χαμενων αντιστασεων
Ζαλισμενων διαστασεων
Επιμελημενων παραστασεων
Κρυμμενων αναστασεων

Καρτερικα περιμενουμε να βρεθουμε κι εμεις μες το πληθος

Των ζαχαροπλαστειων
Καφενειων
Λεωφορειων
Γραφειων
Σχολειων
Με υποταση με ταση με αναταση

Θεε μου

Πότε θα μας αφησεις ησυχους ;

ανυποψιαστοι

Θυματα του ιδιου του εαυτου μας
Σ αυτον τον πολεμο
Για την τιμη των προγονων μας
ταγμενοι
Και ποτε υποψιασμενοι

Τωρα ειμαστε πεσμενοι κατω στο χωμα
Με χιλιαδες τραυματα και πληγες λαβωμενοι

Ελα ρε κοντα να τις γλυψουμε να γειανουν

Κρυο

Σε παρακαλω
μην προσπαθεις να κανεις τις γνωστες σου δηλωσεις
περι της απολυτης αληθειας
στην μεση του δρομου ή του δωματιου σου
οταν τα φωτα εχουν χαμηλωσει

Αμεσως κι αυτοματως εχεις καβαλικεψει ενα ασπρο συννεφο και εισαι μονος

Επιπροσθετως, εκει πανω τετοια ωρα
Κανει πολυ κρυο

χαμενα χρονια

Ενω καθοντουσαν ολοι μαζι και μιλουσαν για τα χαμενα τους χρονια

Εκεινος σηκωθηκε αμιλητος
Αιωρηθηκε για λιγο
Κι αρχισε να πεταει
Να πεταει ψηλα ωσπου χαθηκε απ τα ματια τους

Οι υπολοιποι χαμηλωσαν το βλεμμα
Και συνεχισαν την κουβεντα τους

Διλημματα

Εαν δεν μπορεις να αναλυσεις κατι, δεν μπορεις να το κατανοησεις
Εαν δεν μπορεις να το κατανοησεις, δεν μπορεις να το ελεγξεις
Εαν δεν μπορεις να το ελεγξεις δεν μπορεις να το βελτιωσεις

Εαν δεν μπορεις να νιωσεις κατι, δεν μπορεις να το κατανοησεις και να το συγχωρεσεις
Εαν δεν μπορεις να το συγχωρεσεις, δεν μπορεις να το χαιδεψεις και να το λατρεψεις
Εαν δεν μπορεις να το λατρεψεις, δεν μπορεις να βελτιωσεις
ουτε αυτο ουτε τον εαυτο σου

Συνεχεια ακροβατω αναμεσα τους
Χωρις διχτυ απο κατω

Και με διαφορους περιεργους, που ψαχνοντας την μιζερη δικαιωση τους, να με παρατηρουν αν τελικα θα πεσω

Σας δινω το θεαμα
Μου δινετε την χαρη ;

χωρισ πυξιδα

Σε παρακαλω

Ρωτησε καποιον αν βγει σημερα το φεγγαρι

Πες του οτι ειμαστε ταξιδιωτες
Χωρις ουτε μια πυξιδα

Μη φοβασαι
Δεν θα του πεις ψεμματα

Αλλωστε ειναι νωρις για μενεξεδες και ασπρα γιασεμια, πες του

Τωρα που πεισματικα κραταμε τα χερια μας στο στηθος
στην θεα νεων ελπιδων

Ας μην φοβαται , πες του, οσο φοβομαστε εμεις

σαραντα ενα κυματα

Και σαραντα ενα κυματα
μετρησα
και ουδεν οιδα

Εξον
ενα πουλι
τρεμαμενο στην παγωνια

Ολος ο κοσμος
αυτος
μια πελωρια στιγμη
που
δεν λεει να ολοκληρωθει

Με ντοκουμεντα

Φωναξα,
δεν φωναξα ;

Ορκιστηκα
Εδειξα ντοκουμεντα
Ανελυσα προθεσεις
Κατεθεσα σχεδια

Δεν με πιστεψαν
Μεχρι να δουν
Στο μετωπο μου τις βαθειες ρυτιδες
Ρυακια μνημης, βασάνων, ελπιδας και παραιτησης

Μετα, με αφησαν ελευθερο

Συνειδηση

Τωρα που ειμαστε πια μακρυα

Καταλαβαινουμε πως το ’τωρα’ μας υπηρχε
διασκορπισμενο, διαχυτο, αιωρουμενο, υποψιασμενο, αυτοφυες, αυτονομο και αναγκαιο
με μια δικη του διεργασια εξελιξης

Κι εξω απ την συνειδηση μας
Στο ΄χτες’

Μεσανυχτα

Ειναι μεσανυχτα

Τα σεντονια
Ιδρωμενα
Τσαλακωμενα
Με το σχημα του σωματος μου

Ο Αρχαγγελος Μιχαηλ
Απεναντι μου
Μενει ακινητος

Γινομαι λειψος

Και μεχρι το πρωι

Βρισκω χιλιαδες τροπους
Να σ αγαπησω ξανα
Να ξαναγινω αυτος που αγαπησες
Ιδρωνω και κρυωνω

Οσες προσπαθειες κι αν κανω

Μονο αυτο καταφερνω

Αρρωστημενα ονειρα

Αρρωστημενα ονειρα
που ερχονται απαιτητικα
και ντυνονται ζωη.

Μισοτελειωμενα ποιηματα
που ερχονται και ξαναρχονται
σε διαφορες παραλλαγες.

Υποδηλωνοντας μιαν εμμονή στην αβυσσο.

Μεσα σ’ενα μυαλο
που από καιρο τωρα
κατι φαινοταν οτι παει στραβα

Θα το καταπιουν σιγα σιγα

απο την αρχη

Μετα από την καταπληξη
εφερες το ριγος

μετα την ηρεμια

μετα την οδυνη

μετα την φθορα

και τελος τον θανατον

Θεε μου
αν ηταν να το παμε απο την αρχη

ποσα αλλα δεν θα εκανα

ποσα αλλα δεν θα ζουσα

ποσο αλλοιως δεν θα σε πιστευα

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

Αυτοσχεδιασμος ΙΙ

Αυτοσχεδιασμος, λοιπον, σε ηχους jazz με σαξοφωνο
Παμε ξανα να δουμε


Το φως απ την καντηλα που ανεβαινει διεξιοστροφα και μας τυλιγει

το δωματιο μας που οσο μεγαλωνουμε, τοσο και μικραινει

οι φιλοι μας, οι αγνωστοι και σκληροι αυτοι φιλοι μας

ο ακρατος πονος του ερωτα και η δια βιου εκμαθηση του

η αναγκη για καταταξεις, ομαδοποιησεις και γρηγορα συμπερασματα

το ρολόι που εκβιαστικα μας εντασσει στην αλληλουχια των γεγονοτων και δεν μας χαριζεται ουτε ενα λεπτο

οι μεθυσμενες φωνες στους δρομους που ξενυχτουν μαζι μας

η αβυσσος, οι κανονες του χαους κι εμεις στη μεση

η αγαπη που δεν ηταν αγαπη γιατι δεν διεκδικησε

η ντροπη για τα παρελθοντα και μελλοντικα ονειρα μας

τα στασιδια στους ναους για τις ικεσιες μας

το παλλομενο συμπαν και το πολυσυμπαν

η ζωη που μας πηρε ευλαβικα και υπουλα μεσα της και τωρα μας χωνευει

οι κλειδωμενες, σε στεγανα, μνημες μας και το κλειδι σε αλλους, που ακομα δεν γνωρισαμε

το ασαφες δικαιο και η απαξιωση των παιδικων μας αξιών

η συμφωνικη ορχηστρα πνευστων του Δημου και τα κυμβαλα

η σχετικοτητα του λευκου και η συνεχης εγρηγορση του παρατηρητη

η ακατανικητη ανασφαλεια μας για δικαιωση

η σεμνοτητα, που τελικα ηταν παραιτηση

ο φοβος του αγνωστου μυαλου μας και το ξεφρενο ανηλεες παιχνιδι του

Ο απολυτος εκφοβισμος της Ανοιξης και η ειρωνεια του φωτος

η παγκοσμια δικτυωση μιας συλλογικης συνειδησης

η ποσοτητα και η ποιοτητα

η δειλια των σχεσεων και η κρυφη γοητεια της παραδοσης

η κρυμμενη ντροπη για την παρεκκλιση της ζωης μας και το βλεμμα μας χαμηλωμενο στο πατωμα

το γονατισμα του πολεμιστη και η στιγμη της αποφασης του να ξανασηκωθει, που δεν λεει να ολοκληρωθει

η αναγκαια πολιτικη ξεπερασμενων και ανισων θεσμων

η συγνωμη που δεν ειπωθηκε ποτε, οσο μεγαλοπρεπα επρεπε

οι καταρακτες που συνεχιζουν να πεφτουν, αγνοωντας την ερημια της νυχτας

η ιδιατεροτητα της πολυσυνθεσης και το μεγαλειο της μοναδικοτητας

τα καραβια με εξωτικα ονοματα σε υπερατλαντικα ταξιδια

οι κριτες μας και τα κριτηρια τους

ο παλμος του θανατου και η κυοφορια της συνειδησης μας

οι ποροι μας που δεν ξερουν πια πώς να ρουφουν και μονο ιδρωνουν

οι πίκρες που μας εξουθενωσαν και μας αδειασαν

τα κυταρα μας, αναξιοι απογονοι νεκρων αστερων

τα υγρα του σωματος σου στο στομα μου, να σε κουβαλαω μεσα μου

η συντροφικοτητα και το μοιρασμα αλλα οχι η μοιρασια

το νεο επιπεδο που αναφυεται απο καθε συστημα, απροσμενα και ερημην μας

τα εκτυφλωτικα εδρανα που πανω τους γεννιεσαι , κατοικεις και πεθαινεις

το νοημα και το μη νοημα της υπαρξης

το γατζωμα μου στο λαιμο σου, σαν ορφανο παιδι

οι οριστικα και αεναως επανερχομενοι νεκροι μας

η αβασταχτη και απολυτη μοναξια και αμηχανία μας μεσα σε τοσα και τοσους

Ενα πελωριο καιι αχρονο δακρυ, τα υγρα του σωματος μου
Ετοιμο απο καιρο να ξεχυθει ποταμι και να μοσχοβολισει το τοπίο, γιασεμι
Το γιασεμι
Το κατασπρο γιασεμι

(το σαξοφωνο σταματα αποτομα και μας αφηνει μετεωρους)

Ολα ιδια

Αυτος ο ισκιος απο τα ερειπια αρχαιων μνημών
Που δεν λεει να ξεκολησει απο πανω μας
Ειναι ο στενος δρομος που ολοενα μας οδηγει
Σε καινουργιους κοσμους

Που ολοι φαινονται ναναι ιδιoι

Η μυρωδια σου

Μοναχα ενα μισχο

Αναμεσα στα δοντια σου

Αυτο ρε γαμωτο μονο αυτο θυμαμαι απο σενα

Α και την μυρωδια σου

Σαν θαλασσα τρικυμισμενη αλμυρη καθαρη και πλατεια

Φτηνο ξενοδοχειο

Σ ενα φτηνο ξενοδοχειο

Βρεθηκαμε

Πεσαμε με λυσσα ο ενας στην αγκαλια του αλλου

Μετα
κοιμηθηκαμε αποκαμωμενοι

Και μετα
φαγαμε το καλυτερο και πιο πλουσιο φαγητο της ζωης μας

Σ αυτο το φτηνο ξενοδοχειο

τηλεγραφημα

Σημερα ειναι γιορτη κι ολα ειναι κλειστα
Το τηλεγραφημα επειγουσας αναγκης που στειλαμε
Θα φυγει απο αυριο

Νεα τυχη

Οταν ακουσεις τα φορτηγα ναρχονται να ξεσηκωσουν το σπιτικο μας
Πετρινη μορφη σκαλισμενη με την σεμνοτητα της αθορυβης λυπης

Σαν και πρωτα
Με μια σταθερα καθοδικη πορεια θα ζησεις
την εναλλαγη των ξεχασμενων ειδωλων σου πανω στο μετωπο μου

Και μεσα στο κρυο ενος μουσκεμενου μονολογου
Περισσευουμενη η αληθεια θα μας βαραει

Θα κατεβασουμε το κεφαλι
Και θα ξεκινησουμε να κανουμε την τυχη μας χώρια
Με γεματο το στομα απο γευσεις σημαδεμενων εποχων

αδυνατουμε

Αδυνατεις να κατανοησεις
τα μεγεθη και το σφριγος του παθιασμενου ερωτα μου
και γινεσαι αβουλο μερος μιας συμβατικης λογικης ,
αφηνοντας το τυχαιο στην τυχη του

Με τα λυπημενα ματια σου
ζητας από μενα
μια μονη
κατανοηση και συγχωρεση

Αλλά, χρονια τωρα αυτο το παραπονο μου
καθησε λυγμος
στο λαιμο

Και αδυνατω να φανταστω
το μεγεθος και το σφριγος του συμπαντος κοσμου
μ εμας μεσα του

Θα μας κατασπαραξει

τα λευκα σου χναρια

Καποτε θα μετρησω τα χναρια που αφησες στην αυλη μας.

Οταν συνηθισεις να ερμηνευεις το θροισμα των φυλλων
Οταν μπορεσεις εστω να εικασεις την τρομοκρατια της Ανοιξης
Και παραδοθεις ανευ ορων στην επικρατηση του Θερους.

Θα μαρτυρησεις
Αλλα θα τα καταφερεις.

Γιατι σε λευκες επιφανειες κατοικεις.
Γιατι σε λευκες επιφανειες αναπνεεις.

Και σου υποσχομαι δυο μεγαλα οστρακα επανω στους γλουτους σου
Κι εννια φιλια απο μενα.

ο ηχος του σφυριγματος μου

Και τ’ αυριο προσχωρωντας μεσ’ την αιωνια ανοιξη των ανθεων

Περιμενοντας την επαφη σε ατραπους ενθυμησεων

Παραμενει με την φρουδα ελπιδα αλλων παρελθοντων καταστασεων
αλλων παρελθοντων προσωπων
αλλων παρελθοντων καιρων

Μιας μονης ροπης το αγκαλιασμα
Ενος μονου ασθενους το ριγος
Ενος μονου κροταλλισματος την αρχη

Μεσα εδω στροβιλιζομενο το αγγιγμα διαφαινεται για πρωτη φορα
Μεσα εδω και πουθενα αλλου
Θα αρχισει το παραλληλο των επιπεδων να μας πνιγει
Μας αλλοιωνει

Και του γνωριμου σφυριγματος μου τον ηχο θα ξεχασεις.

Πριν παρουμε την επισημη θεση μας

Μικροι ουρανοι απλωμενοι
πανω στον παλιο μπουφε με την αμετακινητη συμπραξη των διακοσμητικων

Χρονια που περασαν χωρις ντροπη, χωρις συνεπεια

Μεταλλαγες ιδεων, βουλησεων και πραξεων
μ αποτυπωματα που αφησε πανω τους ο χρονος και το πληθος

Σφαλματα, μεταμελεια, γνωση και δυναμη ξανα

Μεσα, εξω και γυρω απο λιμανια και σιδηροδρομικους σταθμους
με μεταναστες στην ιδια τους την χωρα

Ομιχλη διασκορπισμενη απο εναλασσομενα πολυχρωμα φωτα
και μουσικες δυνατες και λαοπλανες

Πονοι στο σκοταδι απ την μελανια στο χερι που μ αφησε το απελπισμενο δαγκωμα σου στην πλατεία προχτες

Ταραχη και ανισορροπιες σε τεντωμενες νευρικες διακλαδωσεις του μυαλου
και ασπρα σπορια στην παραλια
να λεμε, να λεμε
και μετα να σωπαινουμε αναιρωντας

Αγίασμα και παρακαλια μεσα σε μικρα μπουκαλια
που τα κουβαλαμε μαζι μας και τα προσφερουμε δωρεαν
σ ανταλλαγμα απαλλαγων, συγχωρησεων και υποσχεσεων

Βροχες που αιωρουνται
πανω απο ολονυχτίες μεσα σε στενα σοκακια με ετοιμοροπα σπιτια

Ξεφτια ποιηματων, συμβολα ξεχασμενα, απατημενα, ολεθρια
που προστατευουν μητρικα την ορμη μας

Πελαγοδρομιες σ ‘ ανακατα σχεδια πολυσυνθετων μετασχηματισμων
κι αντανακλασεις παραδοσης πανω στο χνουδι της κοιλιας σου

Με το να αφηνομαστε μεσα σ αυτο το στροβιλο
χανουμε κατι που ακομα το μεγεθος του δεν ξερω

Εκεινο που ξερω ειναι οτι πριν παρω την θεση μου σεμνα πανω στον μπουφε
αναμεσα στα επαργυρα

Θαταν λυτρωτικο
επτά σταγονες ανοιξης με αναμονη καλοκαιριου σ’ ενα ασπρο φλυτζανακι

Στο ξαναλεω μ αλλα λογια

Εδω η βια, εδω κι ο καταποντισμος

Αυτοσχεδιασμος Ι

Ελα
Αυτοσχεδιασμος

Ο παρθενος πολυμηχανος μεγαλος κοσμος
Η σιγη του ενος λεπτου για τους εφιαλτες μας
Τα νυχτερινα αγαλματα και τα φωτισμενα παρκα
Οι υγρες νυχτες του Αυγουστου και τα μουσκεμενα ονειρα
Ο χορος των ερημων σοκακιων μαζι με τα αδεσποτα σκυλια
Η αρμυρα της θαλασσας που δεν μας χορταινει πλεον
Τα ονειρα μας, τα ξεφτιλισμενα πια ονειρα μας
Το καμαρι ολου του κοσμου
Το καμαρι μου, εσυ